Σαν σήμερα 6 Φεβρουαρίου 1982 η σχολική ποδιά για τις μαθήτριες παύει να είναι υποχρεωτική και γίνεται πια γλυκιά – για κάποιους – ανάμνηση από τα σχολικά τους χρόνια.
Πλέον, η σχολική ποδιά αποτελεί τεκμήριο σε μουσεία ή ένας μικρός θησαυρός αναμνήσεων στις ντουλάπες των μεγαλύτερων γυναικών. Η μπλε ποδιά με τον λευκό γιακά ήταν κάθε Σεπτέμβρη «βραχνάς» για τις οικογένειες.
Με την κατάργηση της υποχρεωτικότητας, οι πιο προοδευτικοί πίστευαν πως η ομοιομορφία στο ντύσιμο των μαθητών εμπόδισε την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και έκανε τα σχολεία να μοιάζουν με στρατόπεδα.
Από την άλλη, οι πιο παραδοσιακοί υποστήριξαν ότι με την κατάργηση της σχολικής ποδιάς θα χανόταν η ταυτότητα των μαθητών και θα επικρατούσε ασυδοσία στην εξωτερική εμφάνιση, κυρίως των μαθητριών.
Από τα χρόνια του Καποδίστρια στην καθιέρωση
Οι πρώτοι κανονισμοί για την ένδυση, αλλά και τη συμπεριφορά των μαθητών φαίνεται ότι μας γυρίζουν αρκετά πίσω και συγκεκριμένα στα χρόνια του Καποδίστρια. Στην Αίγινα ιδρύονται τα πρώτα σχολεία, αλλά και το Ορφανοτροφείο. Όταν ο πρώτος Κυβερνήτης έφτασε στο νησί, έπρεπε να τακτοποιήσει τη ζωή των πολιτών που βρίσκονταν σε ακραία φτώχεια. Τα παιδιά δεν είχαν καν ρούχα για να μεταβούν στο σχολείο, έναν θεσμό που ούτε καν γνώριζαν.
Με την ίδρυση των σχολείων, η μέριμνα για τον ρουχισμό των μαθητών δίνεται από την Πολιτεία και οι κανόνες είναι εξόχως αυστηροί. «Μίαν φουστανέλαν, δύο υποκάμισα, δύο βρακία, εν ζευγάριον παπουκίων, εν φέσιον, μίαν καπόταν και μίαν ζώνην. Υποκάμισον και βρακίον να αλλάζωσι κάθε οκτώ. Η αποταξίαν, η απείθεια, η στάσις και το ψεύδος θέλουσι κολάζεσθαι ως αφεξής: την μεν πρώτην φοράν, έστω νουθέτησις εμβριθής και δημοσία ενώπιον των άλλων παιδιών, την δε δευτέραν, ολιγόστευσις της τροφής κατά το ήμισυ, και την τρίτην, έκδυσις του ενόχου παιδίου από τα καινούρια φορέματα και ένδυσις με τα πρώτα κουρέλια… Η έκδυσις και η ένδυσις γινέσθω όλων των μαθητών ενωπίον…» αναφέρει συγκεκριμένα ο υπογεγραμμένος από τον Καποδίστρια «δεκάλογος του ευπρεπούς μαθητή»! Ειδικά για τα ρακένδυτα ορφανά των αγωνιστών της Επανάστασης η μη τήρηση του κανονισμού εμφάνισης προβλέπει «αι κλίναι των να είναι από άχυρον ή φύλλα ξηρά ικανώς, το δε προσκεφάλαιον μία πέτρα».
Μετά το Ορφανοτροφείο της Αίγινας, ο Καποδίστριας ιδρύει τέσσερα ακόμη δημοτικά σχολεία: στο Ναύπλιο, τη Σύρο, την Αθήνα και την Ύδρα. Η απουσία δασκάλων γεννά τα «αλληλοδιδακτικά σχολεία». Στοχεύοντας στη «συγκράτηση της νεανικής ορμής, που δεν καταλαγιάζει εύκολα έναντι εξίσου ανηλίκων δασκάλων», οι κανονισμοί λειτουργίας στα «αλληλοδιδακτικά σχολεία» αυστηροποιούνται έως υπερβολής. Οι μαθητές πρέπει «να υποτάσσονται εις τους πρωτοσχόλους» και όταν δεν γράφουν, πρέπει «να κάθηνται ήσυχοι, κρατούντες με τας δύο των χείρας το χείλος του γραφείου και ατενίζοντες εις την διδασκαλοκαθέδραν…» αναφέρει ο Οδηγός της Αλληλοδιδακτικής (1842), που συντάσσεται επί Βαυαρών. Μάλιστα, οδηγός που εκδίδεται για την αμφίεσή τους αναφέρει: «Οι μαθητές χρεωστούν να εμβαίνωσι στο σχολείον έχοντες τας χείρας και το πρόσωπον καθαρά, κτενισμένοι και υποδημένοι. Ποτέ δεν πρέπει να έρχονται ανυπόδητοι ή με άπλυτα ποδάρια, ή με σχισμένα και λερωμένα ρούχα».
Δυστυχώς, τα αυστηρά μέτρα θέτουν εκτός σχολείου αρκετά ρακένδυτα και ανυπόδητα παιδιά. Τα χρόνια περνούν, η Ελλάδα βαδίζει σιγά – σιγά σε νέους βηματισμούς και νέος κανονισμός εκδίδεται για την ενδυμασία των μαθητών στα σχολεία. Το 1857 ο Εσωτερικός Κανονισμός Γυμνασίων και Ελληνικών Σχολείων προχωρά σε νέα δεδομένα και αναφέρεται στα περί «στολιδιών». «Έκαστος μαθητής προσερχόμενος εν τη σχολή πρέπει να είναι καθαρός το σώμα και κόσμιος την ενδυμασίαν αποφεύγοντας πάντα περιττόν στολισμόν…».
Είκοσι χρόνια αργότερα, στις 8 Μαΐου του 1876 το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει απόφαση καθιερώνοντας τη «σχολική στολή». Όπως αναφέρεται στην απόφαση, η στολή αποτελείται από «ιμάτιο, περισκελίδα, πίλο και μανδύα». Στη ζωή των μαθητών μπαίνει το πηλήκιο, όμοιο με των στρατιωτικών, αντί για στέμμα, πρέπει να φέρει «χιαστί διασταυρούμενους κλάδους ελαίας και δάφνης» και «υπέρ αυτών, γλαύκα (το σύμβολο της θεάς Αθηνάς, ως ένδειξη σοφίας). Υπό αυτών, δε, τα του παιδευτηρίου αρχικά γράμματα». Τα «κομβία» πρέπει να είναι ορείχαλκα «φέροντα έμβλημα ανάγλυφον γλαύκα. Περί του αριθμού των κομβίων του ιματίου», τα οποία «ορίζονται εις τέσσερα, τα δε της χλαμύδος εις εξ»!
Από την μπλε ποδιά και τα σοσόνια στην κατάργηση
Όσο τα χρόνια περνούν, η σχολική ποδιά εξελίσσεται, απλοποιείται και τείνει προς κατάργηση. Το 1964 καταργείται και στην ελληνική περιφέρεια το πηλήκιο με την κουκουβάγια των μαθητών αφού, όπως λέει στη Βουλή ο τότε πρωθυπουργός και υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Γ. Παπανδρέου, «το μέτρον τούτο εφαρμόζεται σήμερον όχι εις την πρωτεύουσαν, αλλά μόνον εις τας επαρχίας, ωσάν να μη έχουν τα ίδια δικαιώματα εις την αμφίεσίν των οι επαρχιώται μαθηταί με τους μαθητάς των Αθηνών».
Το 1965 η ανάγκη για ενίσχυση του εθνικού φρονήματος είναι μεγάλη. Το μήνυμα περνάει και μέσα από τις σχολικές ποδιές, μαθητών και μαθητριών, που -με νεώτερη υπουργική απόφαση- από μαύρες πρέπει να γίνουν «μπλε του ουρανού και της θάλασσας».
Επιπλέον, κάθε μαθητής πρέπει να φέρει στο πέτο κονκάρδα, στην οποία να αναγράφεται το σχολείο και η τάξη στην οποία φοιτά. Για τις δε μαθήτριες, το μήκος της ποδιάς επιβάλλεται να είναι κάτω από το γόνατο.
Έχουν προηγηθεί οι μαθητικές και φοιτητικές κινητοποιήσεις του 1962 και η μεγάλη απεργία των καθηγητών. Στις 15 Δεκεμβρίου του 1962, η ΟΛΜΕ έχει εκδώσει ανακοίνωση με τίτλο «ΑΓΩΝ ΔΙ ΑΠΟΧΗΣ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΟΥ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ» με αίτημα την αύξηση των αποδοχών των μελών της και καθορίζοντας ως ημέρα έναρξης του αγώνα τη «19ην Ιανουαρίου 1963, ημέρα Σάββατον». Στις 7 Φεβρουαρίου η κυβέρνηση επιστρατεύει τους καθηγητές.
Η χούντα περιβάλλει την εκπαίδευση με ασφυκτικούς κανονισμούς «ευπρεπούς ένδυσης και συμπεριφοράς» διδασκομένων και διδασκόντων. Η ποδιά δεν αρκεί για να «πιστοποιήσει» τη σοβαρότητα του μαθητή. Κατά την προσέλευσή του στο σχολείο πρέπει να είναι καθαρή και καλοσιδερωμένη, κυρίως «κατά τας Κυριακάς, εις τον υποχρεωτικόν εκκλησιασμόν». Τον ρόλο του επιβλέποντα την ευπρεπή παρουσία του μαθητή έχει «επί αυστηράς ποινής» ο δάσκαλος, ο οποίος μετατρέπεται από την κυβέρνηση των συνταγματαρχών σε… παρακολουθούντα των παρακολουθουμένων… Ο ίδιος παρακολουθεί τους μαθητές και παρακολουθείται από τους επιθεωρητές του κράτους για να διαπιστωθεί αν κάνει καλά τη δουλειά του, αλλά κυρίως αν συναναστρέφεται «ύποπτα ταραχοποιά στοιχεία» ή … ψωνίζει από αριστερό μπακάλη… Ο ρόλος του «επιθεωρητή» καταργείται με την πτώση της χούντας και ο κλοιός γύρω από τους μαθητές και την περιβολή τους χαλαρώνει. Οι μαθητές απαλλάσσονται πρώτοι από τις μισές ποδιές. Όσο για τις μαθήτριες, τις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80, απολαμβάνουν την ποδιά ως αξεσουάρ, που περισσότερο εξυπηρετεί την αισθητική, παρά το αρχικό της μήνυμα για «ομοιομορφία των μαθητών και συνοχή των μαθητικών κοινοτήτων».
Στις 6 Φεβρουαρίου του 1982, εγκύκλιος του υπουργείου Παιδείας με την υπογραφή του Λευτέρη Βερυβάκη φτάνει στα σχολεία ανά την Ελλάδα και αναρτάται στους πίνακες ανακοινώσεων. Οι μαθητές πληροφορούνται ότι από τη νέα σεζόν δεν έχουν λόγο να παρακολουθούν τη νέα τάση στη μαθητική ποδιά.